Από το 2005 μέχρι σήμερα, τα πολυκαταστήματα Attica έχουν διαγράψει μία σημαντική πορεία, συνιστώντας τα μεγαλύτερα πολυκαταστήματα μόδας στην Ελλάδα.
Διαφορετικές θερμοκρασίες χρώματος, έμμεσες πηγές και φωτισμός ανάδειξης δημιουργούν ένα αρμονικό σύνολο που ενδυναμώνει την εμπειρία του χώρου. Στιλπνές επιφάνειες, ειδικός φωτισμός και φυσικά υλικά αναδεικνύουν τον όγκο και τη γεωμετρία του χώρου.
Κλασικότροπα στοιχεία εισάγονται με νέο τρόπο επικοινωνώντας την διαχρονικότητα του καταστήματος. Η ταυτότητα του attica εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία διατηρώντας τον αναγνωρίσιμο χαρακτήρα της αλυσίδας.
Κύριο μέλημα του σχεδιασμού είναι η ενδυνάμωση της εμπειρίας του επισκέπτη μέσα από χειρονομίες που υπογραμμίζουν την αίσθηση του φωτός και των όγκων. Η οπτική και λειτουργική οργάνωση του χώρου στηρίζεται στη δημιουργία διαφοροποιημένων ζωνών, οι οποίες αναδεικνύουν το ύψος και το μέγεθος του καταστήματος.
Το σύνολο αποτελεί μία ενιαία αφήγηση με ισχυρό χαρακτήρα που ταυτόχρονα επιτρέπει την ανάδειξη των επιμέρους στοιχείων.
Ήρεμη πολυτέλεια και σοφιστικέ απλότητα, αποτέλεσαν τους κύριους άξονες ανάπτυξης του δεύτερου πολυκαταστήματος Attica.
Οι ευκρινείς χαράξεις και η καθαρή γεωμετρία με επιλογές υλικών που σκόπιμα κινούνται σε μία «ψυχρή» παλέτα, συνθέτουν ένα “ανώνυμο κέλυφος”, έτοιμο να υποδεχτεί τα διαφορετικά στοιχεία του κινητού εξοπλισμού. Κεραμικές ψηφίδες, διάτρητα λακαριστά panels, καθρέπτες με μεταξοτυπίες και ανοξείδωτες επενδύσεις, αναπτύσσονται σε ουδέτερες αποχρώσεις και διαβαθμίσεις του λευκού.
Ο σχεδιασμός αξιοποίησε την υπάρχουσα δομή ενός από τα πιο σημαντικά διατηρητέα κτίρια της Αθήνας, με σκοπό την αναπαράσταση μίας διαδρομής με στάσεις, κομβικά σημεία και διαδοχικές εκπλήξεις που ενδυναμώνουν το ενδιαφέρον του επισκέπτη.
Κεντρικά σημεία της σχεδίασης αποτελούν τα δύο αίθρια με τις κυλιόμενες κλίμακες, ο μονολιθικός όγκος των οποίων διαπερνά τους οχτώ ορόφους του κτιρίου, για να καταλήξει στην οροφή, τη φυσική πηγή φωτισμού.